- δήσητε
- свяжете
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
δήσητε — δέω 1 bind aor subj act 2nd pl δέω 2 lack aor subj act 2nd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξομολόγηση — Θρησκευτική πράξη, που σκοπεύει στην εξάλειψη της αμαρτίας ή του σφάλματος. Συναντάται σε τελείως διαφορετικές εποχές (αρχαίους, σύγχρονους και πρωτόγονους πολιτισμούς) και με τις πιο ποικίλες μορφές. Η ε. μπορεί να τελεστεί δημόσια είτε ιδιωτικά … Dictionary of Greek